Υπόθεση: Βρισκόμαστε στην καρδιά του καλοκαιριού του 1969 στο νότιο Μπέλφαστ. Καθώς η δεκαετία του 1960 πλησιάζει προς το τέλος της, ακόμα και όταν ο άνθρωπος έχει φτάσει μέχρι το φεγγάρι, οι σκληρές μέρες εκείνου του Αυγούστου θα μετατρέψουν τα παιδικά όνειρα του ήρωα σε εφιάλτη. Η κοινότητα στην οποία ανήκει ο εννιάχρονος ήρωας δείχνει να ζει σχεδόν αρμονικά, παρά τα προβλήματα της καθημερινότητας. Οι κινηματογραφικές ταινίες από το Χόλιγουντ εξάπτουν τη φαντασία του μικρού, ο οποίος μαγεύεται από την οθόνη.
Η κοινωνική δυσαρέσκεια που σιγοβράζει ξαφνικά εκρήγνυται στη γειτονιά του και κλιμακώνεται γρήγορα. Πρώτα μια επίθεση με κουκουλοφόρους, μετά μια ταραχή και, τέλος, μια σύγκρουση σε όλη την πόλη, με τη θρησκεία να πυροδοτεί το μίσος. Καθολικοί εναντίον Προτεσταντών, σε μια χώρα που όλοι έγιναν θανάσιμοι εχθροί μεταξύ τους.
Ο Ντόρμαν και η Μπάλφ υποδύονται ένα παθιασμένο ζευγάρι της εργατικής τάξης που η ζωή τους παρασύρεται από το χάος των ταξικών συγκρούσεων της εποχής. Έχουν και ένα εννιάχρονο αγόρι το οποίο καλείται να χαράξει το δύσκολο δρόμο στη ζωή του από πολύ νωρίς.
Ο κόσμος γύρω του αλλάζει καταιγιστικά και όλα όσα είχε προλάβει να μάθει για τη ζωή θα έπαιρναν μια απρόσμενη τροπή εξαιτίας των κοινωνικοπολιτικών διαταραχών στην Ιρλανδία. Όμως, όλα όσα αγαπούσε και του έδιναν ασφάλεια – η μουσική, η αγάπη των οικείων του, το γέλιο και η μαγεία του κινηματογράφου – παρέμεναν ίδια. Η μαμά του παλεύει να τα βγάλει πέρα ενώ ο πατέρας του εργάζεται στην Αγγλία, προσπαθώντας να βγάλει αρκετά χρήματα για να στηρίξει την οικογένεια. Ο άδικος νόμος επαγρυπνεί και καθημερινά απειλούνται αθώες ζωές. Το μικρό αγόρι ξέρει τι να περιμένει από τους ήρωές του – έχει περάσει ώρες μπροστά σε γουέστερν όπως το High Noon και το The Man Who Shot Liberty Valance – αλλά μπορεί ο πατέρας του να είναι ο ήρωας της ζωής του; Θα θυσιάσει η μητέρα του το παρελθόν της για να προστατεύσει το μέλλον της οικογένειάς της; Πώς μπορούν να κρατηθούν ασφαλείς οι αγαπημένοι του παππούδες; Και πώς μπορεί να αγαπήσει το κορίτσι των ονείρων του;
Οι απαντήσεις βρίσκονται στο συναρπαστικό, αστείο, οδυνηρό και σπαρακτικό ταξίδι της ταινίας, μέσα από ταραχές, βία, χαρά και απόγνωση, αλλά και την αγωνία της πρώτης αγάπης. Όλα συνοδευόμενα από τον χορό, τη μουσική και το γέλιο που μόνο οι Ιρλανδοί μπορούν να καταφέρουν.
Ο μικρός πρέπει να κατανοήσει το χάος και την εμφύλια παράνοια, παρατηρώντας μια εμπόλεμη κατάσταση που κάποτε ατένιζε μόνο στη μεγάλη οθόνη του κινηματογράφου. Η βία τώρα απειλεί να ανατρέψει όλα όσα ξέρει και έμαθε να αγαπά.
Η ταινία θυμίζει πολύ την ταινία του 1987 "Ελπίδα και Δόξα", μόνο που εκείνη η ταινία ήταν πολύ καλύτερη. Στην πραγματικότητα, αυτή η ταινία μου θύμισε πολλά από τα είδη ταινιών που κυκλοφόρησαν στα τέλη της δεκαετίας του '80 και σε όλη τη δεκαετία του '90, επιτυχημένες και ευχάριστες ταινίες με δόλωμα για Όσκαρ. Παρόλα αυτά, ο σκηνοθέτης Branagh συγκέντρωσε ένα συνεργείο καλών συνεργατών, συμπεριλαμβανομένου του διευθυντή φωτογραφίας Χάρη Ζαμπαρλούκο, ο οποίος κάνει θαύματα με το μονοχρωματικό σχήμα. Το soundtrack είναι γεμάτο τραγούδια του Van Morrison - άλλωστε μιλάμε για το Μπέλφσατ και την Ιρλανδία. Η γενική αίσθηση είναι ότι αυτή είναι μια ταινία που έπρεπε να κάνει ο Branagh για να αντιμετωπίσει την παιδική του ηλικία πριν μετακομίσει η οικογένειά του στην Αγγλία. Ο Branagh είπε την ιστορία του με έναν προσωπικό τρόπο που θα έπρεπε να είναι οικείος σε πολλούς
Για μένα, αυτό που έδωσε την καρδιά του στο «Μπέλφαστ» δεν ήταν η κεντρική ιστορία για ένα μικρό αγόρι και τους γονείς που θέλουν να του χαρίσουν μια καλύτερη ζωή από ό,τι επιτρέπει η κατεστραμμένη από τον πόλεμο Ιρλανδία, αλλά η παράπλευρη ιστορία για τη διαρκή αγάπη μεταξύ των παππούδων του, που παίζουν οι Ciaran Hinds και Judi Dench. Οι καλύτερες σκηνές της ταινίας ήταν αυτές με αυτούς τις δύο, και η σκηνή της Dench στο τέλος είναι αυτή που με ενθουσίασε περισσότερο. Ενθουσιάστηκα επίσης και όταν και οι δύο αναγνωρίστηκαν με υποψηφιότητες για Όσκαρ.
Βαθμολογήστε την ταινία!